EDITORIAL ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2010
ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΗΣ (ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ) ΤΕΧΝΗΣ
Στην χρονιά που πέρασε, δύο ήταν τα κυριότερα χαρακτηριστικά στα εσωτερικά του κινηματογραφικού χώρου:
Πρώτον η οξύτατη διαμάχη μεταξύ των κινηματογραφικών σωματείων και της Διοίκησης του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, που είχε ως κατάληξη, από τη μια στην εκλογή στο νέο ΔΣ τεσσάρων αιρετών μελών, που απηχούν τις απόψεις των σωματείων και της «Διασωματειακής» και από την άλλη στον επαναδιορισμό, από τον υπουργό Πολιτισμού, στη θέση του Προέδρου του ΕΚΚ του κ. Γ. Παπαλιού, που «ταυτίστηκε», στη διάρκεια της προηγούμενης θητείας του, με την ομάδα των «Ομιχλιστών».
Το δεύτερον έχει να κάνει με την απόπειρα να διαχυθεί επικοινωνιακά προς το κοινό αλλά και προς τα κέντρα αποφάσεων, μια υπεραπλουστευμένη προσέγγιση της κρίσης, που ταύτιζε το "κινηματογραφικό καλό" με την παραπάνω ομάδα κινηματογραφιστών και το "κακό" με τα «αναχρονιστικά» σωματεία. Από τη μια οι «ενεργοί κινηματογραφιστές» και από την άλλη οι «δυνάμεις της οπισθοδρόμησης».
Κατηγορήθηκαν μάλιστα τα σωματεία, από διάφορες γραφίδες, ότι το μόνο που επεδίωκαν ήταν η πάση θυσία δημοσιότητα και προβολή τους, παρά την πενιχρή δημοσιότητα που τυγχάνουν οι απόψεις τους, σε αντίθεση με τη σκανδαλώδη προβολή της άλλης πλευράς. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική και αυτή θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε.
Η Πολιτεία φρόντισε με το νόμο 1597/1986 και το Π.Δ. 113/1998 να παραχωρήσει την πλειοψηφία τόσο της Γ.Σ όσο και του Δ.Σ. του Ε.Κ.Κ. στους φορείς των δημιουργών της κινηματογραφικής τέχνης (σκηνοθέτες, σεναριογράφους, ηθοποιούς, τεχνικούς κ.λ.π.) και των οικονομικών-επιχειρηματικών παραγόντων (παραγωγούς, αιθουσάρχες κ.λ.π.).,αποποιούμενη την παμψηφία ή πλειοψηφία στα όργανα διοίκησης του Ε.Κ.Κ. εκ μέρους της.
Η συγκεκριμένη πρόβλεψη φανερώνει ότι η Πολιτεία εμπιστεύεται την διαχείριση του κινηματογράφου, κατά πλειοψηφία, σε εξωκρατικούς κοινωνικούς παράγοντες, δηλαδή στην κινηματογραφική κοινότητα,αποβλέποντας στην κατοχύρωση της ελευθερίας της κινηματογραφικής τέχνης.
Ταυτόχρονα αποτελεί συμμόρφωση προς την συνταγματική υποχρέωση που απορρέει από τα οριζόμενα στην παρ.1 του άρθρου 16 του ισχύοντος Συντάγματος. Κατά την συνταγματική αυτή διάταξη, «η Τέχνη είναι ελεύθερη», ενώ ταυτοχρόνως «η ανάπτυξη και προαγωγή της αποτελούν υποχρέωση του Κράτους».
Σωστά λοιπόν ο συνταγματικός νομοθέτης επιλέγει το περιεχόμενο και ο σκοπός της καλλιτεχνικής δημιουργίας, στα δημοκρατικά καθεστώτα, να είναι υπόθεση των πολιτών-δημιουργών και σε καμία περίπτωση του κράτους. Στο τελευταίο αναθέτει την ανάπτυξη και προαγωγή της Τέχνης του Κινηματογράφου χωρίς να παρεμποδίζεται η ελευθερία της τέχνης αυτής. Η δημοκρατική πολιτεία δεν επιτρέπει στον εαυτόν της κανενός είδους «κρατική» τέχνη, επειδή ιστορικώς «η κρατική τέχνη» έχει ταυτισθεί με την «κρατική προπαγάνδα» των ολοκληρωτικών καθεστώτων.
Η πλημμελής ή κακή διαχείριση αυτού του προνομίου (δηλαδή η κατά πλειοψηφία διαχείριση των κινηματογραφικών πραγμάτων από τους αιρετούς εκπροσώπους της κινηματογραφικής κοινότητας) δεν σημαίνει ότι δεν έχει προβλέψει σοφά ο νομοθέτης. Με άλλα λόγια δεν φταίει ο νόμος, εάν ο αιρετός, άμα τη εκλογή του στα όργανα Διοίκησης του ΕΚΚ, αποκοβόταν σκοπίμως ή μη από την κινηματογραφική του μήτρα, προκαλώντας τα όποια προβλήματα.
Αν και η αγωνία για το μέλλον του κινηματογράφου είναι κοινή και το ενδιαφέρον ειλικρινές θέλουμε να πιστεύουμε, δυστυχώς, όλα τα παραπάνω δεν έχουν γίνει κατανοητά από κάποιους. Είναι αυτοί που προκάλεσαν και συντηρούν τους διαχωρισμούς σε «καλούς κινηματογραφιστές» και «κακούς συνδικαλιστές», ενώ την ίδια στιγμή οι ίδιοι «συνδικαλίζονται» ατύπως προκειμένου να προωθήσουν τα στενά τους συμφέροντα.
Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο δημιουργοί αντί να υπερασπίζονται και να περιφρουρούν την ελευθερία της τέχνης του κινηματογράφου, να ζητούν, με κάθε τρόπο και κάθε μέσο, νόμο.
Η αντιπαράθεση, που ενδεχομένως να είχε σε ορισμένες περιπτώσεις και προσωπικά χαρακτηριστικά, οδηγήθηκε σε μια λυσσαλέα πολεμική κατά του συνδικαλισμού, βοηθούντος και του Τύπου. Δυστυχώς, κάποιοι βλέπουν μόνο το τυρί (δηλαδή θέσπιση της εκπροσώπησής τους στα όργανα που θα προκύψουν από το νέο νόμο και νομή στην κινηματογραφική εξουσία) και δεν βλέπουν τη φάκα, τον κίνδυνο δηλαδή να περικοπούν ή και να ανασταλούν βασικά συνδικαλιστικά δικαιώματα που εγγυώνται την ελευθερία στην τέχνη. Ποιος άραγε εγγυάται πως ο οποιοσδήποτε μελλοντικός μάνατζερ του Ε.Κ.Κ. με απόλυτη εξουσία, θα εξυπηρετεί τα στενά τους συμφέροντα εσαεί; Και αν αυτό γίνει στην αρχή και για λίγους, δεν θα γίνεται συνεχώς και για όλους. Η μόνη διασφάλιση της ελευθερίας της τέχνης είναι η έκφραση και η εκπροσώπηση της κινηματογραφικής κοινότητας μέσα από τα θεσμοθετημένα όργανα της πολιτείας. Είναι καθήκον της κινηματογραφικής κοινότητας η περιφρούρηση της ελευθερίας της τέχνης του κινηματογράφου, όπως ορίζεται σαφώς από το Σύνταγμα, και είναι καθήκον του κράτους η μη παρεμπόδιση της ελευθερίας αυτής.
Στα πλαίσια αυτά επομένως, εκείνο που επεδίωξαν την προηγούμενη χρονιά και επιδιώκουν τα σωματεία έχει σχέση με το ρόλο που τους επιφυλάσσει οι νόμοι και το Σύνταγμα: να παρεμβαίνουν θεσμικά και δημόσια σε ό,τι αφορά τη διαφάνεια και τη κατανομή των χρημάτων του Δημοσίου, που προορίζονται για την κινηματογραφική παραγωγή. Ο ενδελεχής έλεγχος των πεπραγμένων της προηγούμενης διοίκησης από το παρόν ΔΣ του ΕΚΚ ενδεχομένως να επιβεβαιώσει τον προβλεπόμενο από την Πολιτεία ρόλο τους.
Ντίνος Γιώτης
Φωτογραφία: Editorial Σεπτεμβρίου 2010