Η κρίση πηγαίνει σινεμά - Eφημερίδα Ελευθεροτυπία 08/01/2011
Πέρυσι τέτοιες μέρες οι αιθουσάρχες και οι εταιρείες διανομής έτριβαν τα χέρια τους. Οι χρυσές δουλειές στις σκοτεινές αίθουσες, όμως, είναι παρελθόν.
Αρκεί κάποιος να σκεφτεί ότι πέρυσι το πρώτο τρίμηνο της σεζόν 2009-2010, Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος, οι ταινίες είχαν κόψει 4.400.000 εισιτήρια. Το αντίστοιχο νούμερο, έως 22 Δεκεμβρίου 2010, είναι 3.800.000. Πτώση δηλαδή 13%. Τις χειρότερες μέρες έζησαν οι αίθουσες τον Δεκέμβριο. Από 1η Δεκεμβρίου μέχρι πριν από τα Χριστούγεννα, η πτώση ήταν 35%!
Μπορεί το 13% να μην ακούγεται τραγικό, αλλά έπονται χειρότερα. Διότι φέτος τον Ιανουάριο δεν προβλέπονται μπλοκμπάστερ σαν το «Avatar» του Κάμερον και τη «Νήσο» του Χρήστου Δήμα, που συνολικά έκοψαν πάνω από 1 εκατ. εισιτήρια.
Τα πράγματα αυτή τη σεζόν προδιαγράφονται μαύρα. Ολόκληρο «Tron», το φιλόδοξο μπλοκμπάστερ της Ντίσνεϊ με μεγάλες αξιώσεις εισιτηρίων, το πρώτο τετραήμερο που βγήκε στις αίθουσες (σε 82!), έκοψε μόλις 40.000 εισιτήρια. Καλά που υπάρχει και ο «Χάρι Πότερ», που έκοψε 371.000 (παίζεται ακόμη).
Υπάρχουν «μικρότερες» ταινίες που τα πήγαν, πάντως, περίφημα. Το «Είμαι ο Ερωτας» του Λούκα Γκουαντανίνο έκοψε 50.000 εισιτήρια. Ενώ ο Κόλιν Φερθ, ως τραυλός Γεώργιος ΣΤ' στον «Λόγο του βασιλιά» του Τομ Χούπερ, προσέλκυσε 15.000 θεατές μέσα σε δύο βδομάδες, μόλις σε τρεις αίθουσες. Ενα χελιδόνι δεν φέρνει, όμως, την άνοιξη.
Μέσα στο γενικό κλίμα ύφεσης, θα ήταν αδύνατον το ελληνικό σινεμά να τη βγάλει καθαρή. Την περσινή σεζόν τα τρία γερά χαρτιά της χρονιάς, «Κυνόδοντας» του Λάνθιμου, «Στρέλλα» του Κούτρα και «Ακαδημία Πλάτωνος» του Τσίτου, έκοψαν συνολικά 130.000 εισιτήρια. Φέτος, καμία από τις καλλιτεχνικές και τόσο αναμενόμενες ταινίες, με βραβεία σε ξένα φεστιβάλ, δεν κατάφερε να σπάσει το φράγμα των 10.000 εισιτηρίων.
Ελληνικό σινεμά ζητεί θεατές
Το «Attenberg» της Αθηνάς Τσαγγάρη έχει κόψει 8.000 (παίζεται ακόμη). Η «Χώρα προέλευσης» του Σύλλα Τζουμέρκα, 8.000. «Ο Μαχαιροβγάλτης» του Γιάννη Οικονομίδη, 7.000. Το «Ταξίδι στη Μυτιλήνη» του Λάκη Παπαστάθη, 8.000 (παίζεται ακόμη). Τα «Οπωροφόρα της Αθήνας» του Νίκου Παναγιωτόπουλου, 5.500. Το «Μέσα στο δάσος» του Αγγελου Φραντζή, 1.000. Η ρομαντική κομεντί «Χάρισμα» της Χριστίνας Ιωακειμίδη δεν ξεπέρασε τα 3.000, ενώ «Ο θάνατος που ονειρεύτηκα» του Παναγιώτη Κράββα έκοψε 3.100.
Ούτε το εμπορικό ελληνικό σινεμά ζει τις καλύτερες στιγμές του. Η κωμωδία «Ζητείται ψεύτης» του Ιεροκλή Μιχαηλίδη, καρπός της συνεργασίας των δύο μεγάλων κινηματογραφικών εταιρειών, «Village» και «Odeon», έκοψε μόλις 45.000 εισιτήρια το πρώτο τετραήμερο που συναντήθηκε με το κοινό.
Με λίγα λόγια, το ελληνικό σινεμά καλόμαθε πέρυσι και φέτος έκανε αναγκαστική προσγείωση, παρ' όλο που το καλλιτεχνικό επίπεδο παραμένει υψηλό. Ο θεατής έχει σοβαρό λόγο να αφήσει τον οβολό του στο ελληνικό σινεμά. Μάλλον, όμως, η οικονομική κρίση τού κόβει τα φτερά. Μπορεί το σινεμά να παραμένει η πιο φτηνή διασκέδαση, αφού το εισιτήριο κοστίζει 8 ή 9 ευρώ, αλλά αν συμπεριλάβουμε όλο το πακέτο, ποπ κορν, αναφυκτικά και κλείσιμο εξόδου με ποτό ή φαΐ, η ταρίφα ανεβαίνει.
«Δεν φταίνε οι ίδιες οι ταινίες», επιβεβαιώνει και ο παραγωγός Πάνος Παπαχατζής. Ενδεχομένως, μάλιστα, για τις ξένες το πρόβλημα να είναι μεγαλύτερο. «Τα μπλοκμπάστερ δεν κάνουν καν το 15% των εισιτηρίων στα οποία ποντάρουν. Κανείς δεν περίμενε ότι το "Tron" θα ήταν η απόλυτη καταστροφή».
Ρίχνει το φταίξιμο στην οικονομική κρίση. Ή για την ακρίβεια στα ψυχολογικά προβλήματα που δημιουργεί στον θεατή. «Η τρομοκρατία που ασκεί η τηλεόραση έχει κάνει τον κόσμο να λουφάξει. Δεν χαλάει εύκολα τα λεφτά του. Ισχύει σε όλα τα επίπεδα. Δεν θα αποτελούσε εξαίρεση το σινεμά».
Πάνε οι παλιές οι δόξες
Την ευθύνη της οικονομικής κρίσης, που μας έχει κάνει όλους σφιχτοχέρηδες, επισημαίνει και ο παραγωγός Διονύσης Σαμιώτης. «Είχαμε καλομάθει τελευταία με τα εισιτήρια. Αλλά παλιότερα έπαιρνες και πιο εύκολα... δάνειο από την τράπεζα», λέει. Βάζει στην κουβέντα και μια άλλη παράμετρο, που σχετίζεται με τον νέο κινηματογραφικό νόμο.
«Το χρέος της πολιτείας είναι να προστατεύσει την κινηματογραφική αγορά στα δύσκολα. Ο νόμος όμως», εξηγεί, «κόβει από τις μεγάλες κινηματογραφικές εταιρείες την επιστροφή φόρου, που είναι το 1% ή 2% του τζίρου τους. Αυτό το κέρδος το χρειάζονται για να επενδύσουν. Φοβάμαι ότι οι παραγωγές ελληνικών ταινιών θα μειωθούν πολύ. Και μην ξεχνάμε ότι η αγορά περιμένει την ελληνική ταινία για να ζήσει. Θυμηθείτε μόνο τα εισιτήρια που έχουν κάνει οι ταινίες "Νήσος", "Bank Bang", "Ι love Karditsa", "Μόλις χώρισα", "Ελ Γκρέκο", "Νύφες", "Πολίτικη κουζίνα", "Λούφα και παραλλαγή" κ.ά. Χάρη σε αυτές γίνονται και οι πιο "μικρές". Για πρώτη φορά τελευταία είχαμε τον ιδανικό συνδυασμό: ταινίες που κάνουν εισιτήρια και ταινίες που πάνε καλά σε ξένα φεστιβάλ. Ο νέος νόμος προστατεύει τις πρώτες, αλλά αποκλείει τις άλλες».
Ο Αγγελος Φραντζής, πάλι, θεωρεί ότι στη συζήτηση περί εισιτηρίων κοιτάμε το δάσος και χάνουμε το δέντρο. «Παθαίνουμε κρίσεις ενθουσιασμού και πανικού με το αν μια ταινία πήγε καλά ή όχι. Αντί να ασχολούμαστε με τις ίδιες τις ταινίες κοιτάμε το γύρω γύρω: φεστιβάλ, βραβεία, εισιτήρια. Εχουμε μπει στο παιχνίδι του μετρήματος. Αυτό δεν βοηθάει το ίδιο το σινεμά. Θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει και τι διάλογο ανοίγει μια ταινία με τη φόρμα της. Το καταλαβαίνω να μιλάμε για εισιτήρια για τις ταινίες που έχουν αυτόν τον στόχο. Αλλά υπάρχουν ταινίες που έχουν στόχο να επικοινωνήσουν με τους θεατές με ένα βαθύ και ουσιαστικό τρόπο και να συγκινήσουν. Εχει σημασία αν θα είναι 15 ή 1.500;».*
Πηγή: Enet.gr - Ελευθεροτυπία
Φωτογραφία:«Ζητείται ψεύτης» του Ιεροκλή Μιχαηλίδη