Ο χορός της σπατάλης στο Κέντρο Κινηµατογράφου
TOY ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΑΝΙΚΑ
«Μπροστά στα µάτια µου απλώθηκε όλη η κόλαση της ελληνικής ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης» λέει ο Τάκης Σπυριδάκης, πρώην (προσωρινό) µέλος του ∆ιοικητικού Συµβουλίου, που αποκαλύπτει την παράνοια στους κόλπους του «πατέρα-αφέντη» του ελληνικού σινεµά
«Κάθε συνεδρίασηκαι µια συντριβή, µια ταπείνωση. Εσπασε το µυαλό µου. Φέρτε πίσω το κεφάλι µου». Ποιος τα λέει;
Ενας µάγκας µε το όνοµα Τάκης Σπυριδάκης. Πρωταγωνιστής σε δύο ιστορίες του µακαρίτη Νίκου Νικολαΐδη, «Γλυκιά συµµορία» και «Πρωινή περίπολος». Καθώς και στις ταινίες «4 µαύρα κοστούµια», «Φτηνά τσιγάρα», «Σειρήνες στο Αιγαίο», «Ιππείς της Πύλου» αλλά και σκηνοθέτης του «Κήπου του Θεού» (1994).
Αρκεί αυτό; Οχι. Γιατί δεν είναι απαραίτητη µόνο η καλλιτεχνία αλλά και η Πολιτεία. Παράδειγµα; Η τοποθέτησή του για το Ελληνικό Κέντρο Κινηµατογράφου. Οπου από τον Αύγουστο του 2010 µέχρι τον Ιανουάριο του 2011 και ως εκπρόσωπος των σκηνοθετών υπήρξε µέλος του ∆ιοικητικού Συµβουλίου: «Μπροστά στα µάτια µου απλώθηκε όλη η κόλαση της ελληνικής ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης. Οπου ο κινηµατογραφιστής κινδυνεύει να χάσει την ελευθερία του και την αξιοπρέπειά του, πράγµα που θα αποτυπωθεί στην παραγωγή της δουλειάς του. Αυτός ο βασικός ανασταλτικός παράγοντας για µια καλύτερη σχέση µε την κοινωνία και για µια δυναµική έξοδο στηνΕυρώπη. Το εξηγώ µε παραδείγµατα: Βρήκα 250 σενάρια, πληρωµένα από τον έλληνα φορολογούµενο, µουχλιασµένα στα ντουλάπια. ∆εκάδες χιλιάδες ευρώ να σπαταλώνται για προσάναµµα στα τζάκια των µανδαρίνων».
Προφανώς σενάρια, στοιβαγµένα στα ντουλάπια από πολύ παλιά. Το λέω αυτό γιατί µε τη νέα σύνθεση του ∆.Σ. του Κέντρου, και µάλιστα µε σπουδαία και καταξιωµένα ονόµατα από ∆ανία, Γερµανία και Γαλλία, ελπίζω όλα αυτά να αλλάξουν ριζικά.
Μακάρι. ∆ηλαδή για πόσα λεφτά µιλάµε; Περίπου δέκα χιλιάδες έκαστο. Γιατί δεν έγιναν ταινίες; Επειδή ουδείς σκηνοθέτης καταδέχεται να γυρίσει το σενάριο κάποιου άλλου. Και πρόσεξε, αυτό συµβαίνει επί σειρά ετών και µάλιστα µε συνυπευθυνότητα των εκπροσώπων των σωµατείων, συµπεριλαµβανοµένου των σκηνοθετών. Σχεδόν όλοι είναι συνένοχοι. Πάµε στο δεύτερο. Συνάντησα αναξιοποίητο διοικητικό προσωπικό, µε βαρβάτα πτυχία και αµοιβές γύρω στα 2.500 ευρώ τον µήνα, να περιφέρεται στα γραφεία.
Ονόµατα... ∆εν κάνω κουτσοµπολιό, δεν ευθύνονται οι ίδιοι, δεν έχει σηµασία. Τρίτον, το Κέντρο πληρώνει από τις τσέπες των φορολογουµένων 90.000
ευρώ τον χρόνο για την έκδοση ενός περιοδικού, του «Μοτέρ», το οποίο διαφηµίζει τις ταινίες που παράγει κατόπιν εορτής. Που σηµαίνει ότι ο χρηµατοδότης – το κράτος δηλαδή – απαξιώνει τα «προϊόντα»που παράγει. Ο πρόεδρος ισχυρίζεται ότι κοστίζει 50.000 ευρώ. Οι οικο νοµικές υπηρεσίες µού είπαν 90.000.
Αν ήταν ένα σοβαρό θεωρητικό περιοδικό µε τις καλύτερες πένες που διαθέτει ο τόπος, να πω όχι 90.000 αλλά 190.000. Αλλά αντί να παράγουµε περισσότερες µικρού µήκους ταινίες – αυτή είναι η δουλειά του Κέντρου – εκδίδουµε ένα περιοδικό το οποίο ξεφυλλίζουµε αναµεταξύ µας. Ξέρεις τι συµβαίνει; Αφήσαµε τη διαχείριση του Κινηµατογράφου στους διαδροµιστές, τους γραφειοκράτες και την καµαρίλα.
«Το Ελληνικό Κέντρο Κινηµατογράφου είναι η µικροκλίµακα της αθλιότητας που επικρατεί σε ολόκληρο το ∆ηµόσιο»
Τι σηµαίνει αυτό; Απλό. Μια ταινία στην οποία το Κέντρο συµµετέχει µε 200.000 ευρώ και µε την προϋπόθεση ότι ο σκηνοθέτης θα βρει και άλλους ιδιώτες παραγωγούς, καταλήγει να γυριστεί µε 200.000. Ισως και λιγότερα. Ετσι ο τυχερός δεν βάζει µία από την τσέπη του, παριστάνει τον παραγωγό µε το πούρο του και βγάζει λεφτά από το πορτοφόλι του φορολογουµένου.
Πασίγνωστο αυτό... Πάµε παρακάτω. Υπάρ χει ένα πρόγραµµα που το ονοµάζουν Development. Οποιος συµµετέχει σε αυτό εισπράττει είκοσι χιλιάρικα. Γιατί; Προκειµένου να ψάξει, µπας και βρει παραγωγούς. Οµως συνήθως δεν τους βρίσκει. Και κρατάει τα λεφτά στην τσέπη. «Παιδιά δεν βρήκα, sorry».
Αλλο παράδειγµα βαθύτατης υποτίµησης του αληθινού καλλιτέχνη και των χρηµάτων του ελληνικού λαού; Η περίπτωση του Γιάννη Φάγκρα (εννοεί τον σκηνοθέτη της ασπρόµαυρης ταινιάρας του 2001 «Πες στη µορφίνη ακόµα την ψάχνω»). Αφού εγκρίθηκε η πρότασή του, αφού εισέπραξε 200.000
ευρώ, αφού έφτυσε αίµα να γυρίζει σκηνές στην Αλάσκα και αφού ολοκλήρωσε τα γυρίσµατα και επέστρεψε µε ένα εξαιρετικό υλικό στην Αθήνα, το φιλµ εδώ και δύο χρόνια σαπίζει στα κουτιά. Γιατί; Επειδή χρειάζονται επειγόντως µερικά χιλιάρικα για να ολοκληρωθεί η τεχνική διαδικασία. ∆εν τα πήρε. Ετσι, το Κέντρο για 50.000 ευρώ µπορεί να χάσει 200.000. Και όχι µόνο. Η Ελλάδα µπορεί µ’ αυτήν την ταινία να αποσπούσε ακόµα µία διάκριση στα διεθνή φεστιβάλ. Απίστευτα πράγµατα.
Ναι, αλλά ένας απλός φορολογούµενος θα διαφωνούσε µε αυτή τη λογική. Αγαπητέ µου, θα έλεγε, ήσουν υποχρεωµένος να γυρίσεις την ταινία σου µε διακόσια και όχι τώρα να µου ζητάς από πάνω και περισσότερα.
Αλλο παράδειγµα. Εγώ, ας πούµε, που έκανα ό,τι µπορούσα ώστε το Κέντρο να διαχειριστεί µε τον καλύτερο τρόπο τις ταινίες στα ξένα φεστιβάλ, στο τέλος κατασυκοφαντήθηκα ως ο άνθρωπος που τους έβαλα τρικλοποδιές σαν τους συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ-∆ΕΗ. Ποια είναι η αλήθεια; Επειτα από κάθε διάκριση ελληνικής ταινίας, βγαίνουν οι µεγαλοπαράγοντες και οι υπουργοί και χορεύουν ζεϊµπεκιές λέγοντας «είναι θαύµα». Φυσικά είναι θαύµα. Γιατί αν η Αθηνά Τσαγγάρη δεν είχε πίσω της µια Max Factor δεν θα έκανε τίποτα. Πρέπει να απεγκλωβιστούµε από τα στερεότυπα του συνδικαλισµού, από τις προσωπικές µας συµπάθειες και από τις αυθεντίες. Μόνο ο καλλιτέχνης, µόνο η ουσία.
Αναλώσιµο «είδος» ο πρόεδρος
Για την αποκατάσταση της αλήθειας πρέπει να οµολογήσω ότι επί προεδρίας Γ. Παπαλιού, πολλά νέα ονόµατα σκηνοθετών βρέθηκαν στο προσκήνιο και υπήρξαν πολλές διεθνείς επιτυχίες µε αποκορύφωµα την υποψηφιότητα Οσκαρ στον «Κυνόδοντα». «Συµφωνώ και επαυξάνω», λέει ο Τάκης Σπυριδάκης. «Ολα αυτά πρέπει να πιστωθούν στον Γ. Παπαλιό. Πρέπει επίσης να πω ότι οι συνδικαλιστές κάθε φορά εκλαµβάνουν τον εκάστοτε πρόεδρο του Κέντρου ως αναλώσιµο “είδος”. Πρέπει όµως επίσης να πω πως όταν τελευταία εισέπραξε το Κέντρο 1.200.000 εκείνος τα µοίρασε χωρίς να ρωτήσει τα µέλη του Συµβουλίου. Κινήθηκε στα όρια του νόµου. Ακατανόητο. Μοναδικός προορισµός του Κέντρου πρέπει να είναι το συµφέρον της ελληνικής κινηµατογραφίας και η προστασία κάθε ευρώ που µας δίνει η ελληνική κοινωνία.
Πέρα από τα µικροσυµφέροντα οµάδων συνδικαλιστών, µερίδας των οµιχλιστών και όλων των µικροπαραγόντων που καβαλάνε τον καλλιτέχνη προκειµένου να επιβεβαιωθούν ασκώντας εξουσία στους διαδρόµους και τις αυλές των µεγαλοπαραγόντων. Μόνο αυτό!».
Πηγή: www.tanea.gr - Δευτέρα 4 Απριλίου 2011
Ενημέρωση: 04-04-2011