Η ανατομία της πείνας και στο σινεμά
Υπάρχει λόγος που φέτος ψήφισαν για τα ετήσια κινηματογραφικά βραβεία λιγότεροι από τους μισούς(!) εκλέκτορες της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Δεν ήταν ταμειακώς εντάξει. Κοτζάμ κινηματογραφιστές, δεν είχαν να διαθέσουν τα 70 ευρώ της ετήσιας συνδρομής της ΕΑΚ! Εκεί μας έφερε η κρίση. Τι ταινίες λέμε τώρα...
* Της ΕΥΑΝΝΑΣ ΒΕΝΑΡΔΟΥ
Η ανεργία μαστίζει το χώρο. Και την ίδια στιγμή, το υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι καν υπουργείο. Είναι Γενική Γραμματεία, όπως πολύ σωστά ανέφερε προχθές η Κατερίνα Ευαγγελάκου (η πρόεδρος της ΕΑΚ) στην εναρκτήρια ομιλία τής φετινής τελετής βράβευσης. Ο Τζαβάρας δεν φάνηκε προχθές. Τι να 'ρθει να κάνει; Ο κινηματογραφικός νόμος δεν έχει εφαρμοστεί. Το ποσοστό από το κινηματογραφικό εισιτήριο που αποδίδεται στις ελληνικές ταινίες δεν έχει αποδοθεί.
Χωρίς αυταπάτες
Ούτε βέβαια και το 1,5% από τα τηλεοπτικά κανάλια. Το σινεμά είναι μόνο του. Κανείς δεν έχει αυταπάτες πια. Το μέλλον του εναπόκειται στις παρέες (και τους παρίες) του σινεμά. Σε όσους, εννοείται, δεν την έχουν κάνει ακόμα για το εξωτερικό... Και είναι θαύμα που οι εναπομείναντες βγαίνουν και γυρίζουν ταινίες με το τίποτα. «Αφού λοιπόν μπορούν και μόνοι τους, τι μας θέλουν εμάς», θα σκέφτονται οι κυβερνητικοί. Ευτυχώς που υπάρχουν και κάποιοι «μαζόχες», λοιπόν.
Πάρτε το φιλμ που απέσπασε το μεγάλο βραβείο χθες: μια ανατομία της πείνας είναι το «Αγόρι που τρώει το φαγητό του πουλιού» του Εκτορα Λυγίζου. Στη σύγχρονη Αθήνα. Οσο και αν κάποιοι στάθηκαν στη σκηνή όπου ο ήρωας τρώει το σπέρμα του, η ταινία μπορεί να αναγνωσθεί και ως μια ακτινογραφία της σύγχρονης Ελλάδας: Πώς καταλήγει το πιο υγιές και ελπιδοφόρο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή οι νέοι μας, στα σκουπίδια; αναρωτιέται ο Λυγίζος. Ο οποίος είχε για παραγωγούς της ταινίας του δύο συναδέλφους του σκηνοθέτες! Την Ελίνα Ψύκου και τον Αργύρη Παπαδημητρόπουλο. Νέα κινηματογραφικά ήθη: σήμερα είμαι σκηνοθέτης, αύριο παραγωγός ή και ηθοποιός του φίλου μου (βλέπε Λάνθιμο και Τσαγγάρη). Το αποτέλεσμα; Ταινίες με το τίποτα. Αλλά με φρεσκάδα και ψυχή.
Φρεσκάδα είχε και η προχθεσινή τελετή: ωραία τα καλαμπουράκια του ταλαντούχου παρουσιαστή Μάκη Παπαδημητρίου, ωραίο και το κινηματογραφικό πλατό της σκηνής με την απαραίτητη... ομίχλη (που διαλύεται), ωραία και η ιδέα να απονείμει το βραβείο καλύτερης ταινίας η Εθνική ομάδα πόλο γυναικών, και αυτό του ήχου η υψίφωνος Σόνια Θεοδωρίδου παρέα με το ράπερ MC Yinca. Λιγότερο ωραία βέβαια αυτή η εμμονή με τη NOVA. Οκέι, είναι ο μεγάλος χορηγός της Ακαδημίας, αλλά λίγο μέτρο, ρε παιδιά.
Στόχος της ΕΑΚ, από την ίδρυσή της, ήταν να διαφοροποιηθεί από τα κρατικά κινηματογραφικά βραβεία, που επί χρόνια τόσοι και τόσοι κριτικάρισαν. Και, φυσικά, να δώσει μια ώθηση στο νέο ελληνικό σινεμά, πέρα από σκοπιμότητες και συνδικαλιστικές «συνωμοσίες». Το πέτυχαν όμως;
Φρέσκια ματιά
Σαφώς και υπάρχει πλέον μια πριμοδότηση του νεανικού σινεμά, μια φρεσκάδα στη ματιά. Ομως, με πρόσχημα όλα αυτά τα ωραία, τα χρηματικά βραβεία έκαναν φτερά. Το κράτος βρήκε ευκαιρία να κλείσει την κάνουλα για τους βραβευμένους. Και ήταν πολλές προχθές οι χιουμοριστικές αιχμές γι' αυτή την κατάντια. Τα 3.000 ευρώ που συνόδευαν το νεοσύστατο Βραβείο «Λουκία Ρικάκη» ήταν δωρεά της οικογένειας της σκηνοθέτριας!
Μετά είναι και το άλλο: οι περισσότερες από τις ταινίες αυτές, τις υποψήφιες και τις βραβευμένες, είναι παντελώς άγνωστες στον κόσμο! Πολλές, όπως η ταινία του Λυγίζου, δεν έχουν καν προβληθεί στις αίθουσες. Αρα, ένα γκλαμουράτο γεγονός, όπως η ετήσια βράβευση της ΕΑΚ στην Αθήνα, αφήνει το ευρύ κοινό παγερά αδιάφορο. Κάποιες ταινίες έχουν απλώς προβληθεί μία και μόνη φορά σε κάποιο φεστιβάλ. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως αρκεί έστω και μια δημόσια προβολή με εισιτήριο για να συμμετάσχει μια ταινία στα βραβεία της Ακαδημίας.
«Κόρη»
Βέβαια, και κάποιες ταινίες που είχαν ήδη προβληθεί στις αίθουσες, όπως η «Κόρη» του Θάνου Αναστόπουλου, στο ντούκου πέρασαν. Είναι που το κεφάλαιο «κινηματογραφική διανομή» στην Ελλάδα είναι άκρως προβληματικό. Της ξεπέτας. Ετσι, παρατηρείται το εξής παρανοϊκό: την εποχή που οι νέοι Ελληνες κινηματογραφιστές αποθεώνονται στα διεθνή φεστιβάλ, στις ελληνικές αίθουσες πατώνουν. Το μεγάλο κοινό πριμοδοτεί ταινίες όπως το «Αν...» του Παπακαλιάτη, αλλά παραμένει ακόμα πολύ δύσπιστο για το νέο «παράξενο» ελληνικό σινεμά.
Ετσι, η ετήσια αυτή γιορτή επιβράβευσης των κόπων των κινηματογραφιστών μας καταλήγει να είναι μια εκδήλωση όπου οι συνήθεις ύποπτοι, δηλαδή οι του χώρου, βραβεύουν και χειροκροτούν τους συναδέλφους τους. Και κάπως έτσι συνεχίζεται ένας φαύλος κινηματογραφικός κύκλος... Κρίμα.
Πηγή: www.enet.gr
Ενημέρωση: 04-04-2013